Hiçbir mızraba titremedi,
Sadece senin ellerinin
titretebildiği tellerim.

Kırıldıkları gibi
kaldı dallarım,
o günden beri.

İçimde,
gözlerinin ışıttığı köşeler,
hayli zamandır,
güneş yüzü görmedi.

YAZLADIK
Temmuz 2012

Temmuz’un 4’ü bugün
sabahın tazesiydi, pencerene uğradım
uyuyordun içeride.

İki erik,
birkaç kayısı,
bir avuç da
uzatmalı vişne bıraktım pervaza
kuşlar yememişse,
kahvaltına katık edersin.

Kirazlar bitti
çilekse yaz çiçeğine durdu
elmalarla armutlar çağlada henüz
şeftali dersen,
eli kulağında.

Gelecek sefere,
bir sepet bırakırım
en olgununu seçip yer,
ötekileri kışa kaynatırsın.

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΑΣΕ!
Ιούλιος 2012/ Μετάφραση Μ.Σ.

Σήμερα
τέσσερις Ιουλίου
περνώντας
μες στην πρωινή δροσιά
απ’ το παράθυρό σου
άφησα στο περβάζι σου
ενώ εσύ κοιμόσουν
δύο κορόμηλα
λίγα βερύκοκα
μια χούφτα από τα τελευταία βύσινα.

Αν είναι απείραχτα από τα πουλιά
θα κλείσεις με αυτά το πρωινό σου.

Κεράσια, τέλος
η φράουλα στα θερινά λουλούδια της
μήλα και αχλάδια άγουρα ακόμα
μα αν πεις για τα ροδάκινα
σε λίγες μέρες θα έχουν ωριμάσει
ξαναπερνώντας
ολόκληρο καλάθι θα σου αφήσω.

Διάλεξε φάε τα πιο γλυκά
με τα υπόλοιπα
τη χειμωνιάτικη κομπόστα βράσε.

Το βήμα εκείνο
Φεβρουάριος 2012

Το βήμα εκείνο
πριν χρόνια
στο σταυροδρόμι της απόφασης
‘αυτό το δρόμο
όχι τον άλλο’
όρισε τελεσίδικα την έκβαση.

Παρατημένα
εκεί παρέμειναν
κομμάτια της κληρονομιάς
κομμάτια από την προίκα
από τα νιάτα
το γέλιο το ανέμελο.

Σήμερα
ο κύκλος πια σε τροχιά
όλο και πιο κλειστή
ύπνος
χαρά
ξεκούραση
γαλήνη
έχουν χαθεί
μόνιμος σύντροφος ο πόνος
και η μεταμέλεια
μάταιη.

Sabah gibi
07- 07- 2007

Son yudumlarıdır
şarabın
en hüzünlü ânı

Güzel şarkılar biterken
isteriz
sonsuzluğu.

Mutlu günlerin
akşamı
istenmeden gelir.

Ilık ve yumuşak
gecelerin
sabahı gibi.

Σαν πρωινό
Μετάφραση Μ.Σ.

Η στιγμή της πιο βαθιάς μελαγχολίας
στου κρασιού τις τελευταίες γουλιές

η λαχτάρα για αιώνια συνέχεια
όταν τα όμορφα τραγούδια τελειώνουν

από τον πόθο ξεπηδούν
τα βράδια ευτυχισμένων ημερών
σαν πρωινό
μετά από νύχτα
χλιαρή
νωχελική.

Ellibeş yaşında
Φεβρουάριος 2012

Ellibeş yaşında
nazlı bir çocuksun sen.
Huysuz,
inatçı,
aksi,
ukala.

Makine daireme,
kızışmış bir erkek tavşan gibi
girip,
ha bire doğurtuyorsun
gönlümü.

Bak, bir de
aklıma gelmişken;
Kar,
geçen kış bükmüştü
pencereye bakan
o selviyi
bu sene yıktı.

Στα πενηνταπέντε σου
Μετάφραση Μ.Σ.

Στα πενηνταπέντε σου
είσαι παιδί ακόμα
χαδιάρικο
δύστροπο
πεισματάρικο
ανάποδο
τα ξέρεις όλα

Εισβάλεις στο γραφείο μου
σαν κούνελος γαυριάζεις
γονιμοποιείς την ψυχή μου
διαρκώς

Και μιας και τό ’φερε η κουβέντα
κοίτα απ’ το παράθυρο
το κυπαρίσσι
που τον περσινό χειμώνα λύγισε απ’ το χιόνι
φέτος γκρεμίστηκε στο χώμα.

Bir kez
16-01-2012
İnsan
bir kez aşık olur
öncekilerin payına inkar
sonrakilere de
beyhude tekrar düşer.

Μια φορά
Μετάφραση Μ.Σ.

Μια φορά ερωτεύεσαι
ύστερα
πέφτεις και ξαναπέφτεις
σε αγάπες μάταιες
έχοντας απαρνηθεί
τις περασμένες.

Beni boşver.

Mazinin kerpetenleri
etlerimi koparmaya başladı yine.
Sen,
gittiğin yerde,
keyfine bak.

Onlarca yıl uzunluktaki
bu kablolar,
birkaç gün
elektrik verir varlığıma,
sonra susar.
Yorgunluğa dermanım var.
Bir
köşeye
uzanır,
beklerim;

Adım
okununca da
yeniden
direnmeye başlar,
bir kez daha
bilinenleri
tekrar ederim.

Μüzehane

Gençliğimizi kemiren
taş duvarları
müze yapmışlar.
Atıldığımız hendekleri
kazıp;
bizden
kalanları
açık görüşe çıkarıyorlarmış.
Bundan böyle
kimseyi
kaçırıp,
infaz edip,
kara yazıya
gömmeyeceklermiş.
Şimdilerde,
yakılmış cesetler,
birinci sayfadan
analara veriliyormuş
dediler.

Εκείνο το βήμα,
προς τον ένα δρόμο,
και όχι στον άλλο,
σε εκείνον τον κόμβο,
πριν από πολλά χρόνια
είχαν αλλάξει τα πάντα.
Εκεί έμειναν,
παρατημένα
πολλά από τη
κληρονομιά,
από τη προίκα,
και τα νιάτα.
Σήμερα,
που φαίνεται πια
το
κυκλικό τέρμα,
ο ύπνος, η χαρά
και πολλά άλλα
εξαφανισμένα.
ο πόνος είναι ο μόνιμος σύντροφος,
μάταιη η μεταμέλεια.

Eskiden

Eskiden banka da soyardık.
Yaşlandık, maskara olduk
simdi bankalar bizi soyuyor.

(Subat 2012)

Κάποτε...

Κάποτε, εμείς ληστεύαμε τις τράπεζες
τώρα αυτές ληστεύουν εμάς
το γήρας ου γαρ έρχεται μόνο.

(Φεβρουάριος 2012)

Πάλι.

Χιλιάδες άλογα καλπάζουν πάνω στη στέπα
προς τη Δύση.

Μια την κοιλιά χτυπάνε τα καπούλια της
μια απλώνουν δέρνοντας το σύμπαν.

Οι άνθρωποι των ανοιχτών οριζόντων πιστεύουν πως
“η φοράδα χλιμιντρίζει κατά τον καβαλάρη της”
κι εδώ, οι ντόπιοι “στο μουνί και στο πριόνι όποιος δε νογάει, ιδρώνει”
υποστηρίζουν.

Σμίγουμε πάλι.
Σκίζει η καρένα τον αφρό του κύματος
οι γλάροι, που ώρα μας παρατηρούν,
ψάχνουν τα ταίρια τους, για να μας μιμηθούν.

Στα χιόνια σε βρίσκω

θυμάσαι;
- ρητορική η ερώτηση,
αφού εδώ και τριάντα κάτι χρόνια,
μόνο η εικόνα σου είναι ζωντανή-
εκείνο το χιονισμένο βράδυ, λέω.
Θυμάσαι;
Χαρούμενοι είχαμε γυρίσει
από τα ρώσικα μπαλέτα.

Είχες πει:
"θα τους δω πάνω στη σκηνή
Ο κόσμος να χαλάσει!"
Πριν από την παράσταση
τα σκούρα φωτεινά σου μάτια
πετούσαν αστραπές.

"Είστε επικηρυγμένοι και οι δυο.
στο θέατρο βλέποντας σας κάποιοι
μπορεί να σας καρφώσουν!"

Κανένας δε μας πρόδωσε.
Καμιά αστή, παλιά σου φίλη.
Χαρήκαμε, χορτάσαμε, χειροκροτήσαμε.

Εσύ, λες και ήσουν πάνω στη σκηνή
απ’ τη χαρά πετούσες.
Σαν να ήσουν διπλά τους
και χόρευες μαζί.

Στο φουαγιέ ήταν και ο πρώην σου.
θλιμμένο το καημένο το παιδί.
Ένα φιλί σού άφησε στο μάγουλο με πόνο. Βούρκωσε.
-Δάσκαλος τώρα στη παλιά σου τη σχολή,
και η κόρη του λένε πως χορεύει.-

Δεν έβλεπες τίποτα εσύ,
σε είχε η χαρά τυφλώσει.

Φύγαμε.
Όσο πιο τρελοί και άτακτοι
μπορούν να είναι δύο ερωτευμένοι,
τόσο ακριβώς κι εμείς γυρίζοντας στο σπίτι.
Τι όμορφοι οι δρόμοι και η Άγκυρα όμορφα χιονισμένη!

Με το που ανοίξαμε την πόρτα ακούστηκαν τα περιπολικά

Στη γιάφκα ένα καλάσνικοφ και δυο πιστόλια.
Τα έντυπα τα είχαμε πάρει από κει.

Έλεγχος ρουτίνας μα ο κίνδυνος μεγάλος πάντα.
και εγώ έτοιμος να πεθάνω ηρωικά,
έτρεξα να γεμίσω τα όπλα.
Εσύ ενώ γδυνόσουν βιαστικά,
μισάνοιξες την πόρτα.

"Άφησε τους ηρωισμούς και άναψε τα φώτα!
Γδύσου ολότελα, πέσε ανάσκελα, κάτω απ΄το μαξιλάρι το τουφέκι
και τα πιστόλια να κρύβονται απ΄ τα πόδια σου.»

Πότε μου δε σου είπα, «όχι!»

Σε δύο λεπτά, είχες ξαπλώσει πάνω μου,
το αριστερό σου χέρι στη σκανδάλη,
γουργούριζες διαρκώς, υποδυόμενη
σαν πάνω στη σκηνή τη φωτισμένη.

Ένας φαντάρος μπήκε πρώτος.
Τα ‘χασε, ντράπηκε, χαλάρωσε το όπλο.
"Μέσα το κάνουνε κύριε διοικητά!" ψιθύρισε.
Του έκανε τόπο να περάσει.
Εμείς, αποκομμένοι τάχα απ’ τη ζωή
ποτίζαμε φιλιά και δαγκωνιές ο ένας τον άλλον.
Σταμάτησε απέναντι ο άλλος,
ρούφηξε με τα μάτια τη θεϊκή, γυμνή σου ομορφιά,
ύστερα πισωπάτησε,
βρόντηξε πίσω του την πόρτα τσαντισμένος,
κι έφυγε βρίζοντας:
«Τέτοια γυναίκα στο κρεβάτι του,
τα φώτα αναμμένα κι αυτός να μην την βλέπει, τα μάτια του κλειστά!
Τέτοιος μαλάκας!»

Στη νεκρή αγαπημένη

Στα 39 σταμάτησαν τον πυρετό οι γιατροί.
Ούτε και τούτη τη φορά μου επέτρεψαν
να έρθω να σε βρώ κάτω απ’ τη γη.
Οι αγαπημένοι ανησύχησαν,
«θα ζήσεις, που να χαλάσει ο κόσμος» είπαν.

Ήρθες εσύ μόλις με πήρε ο ύπνος.
Σαν πάντα χαρούμενη, κεφάτη, υπερήφανη.
Μείναμε ώρες στο κρεβάτι κι αγαπιόμασταν
στη φτωχογειτονιά εκείνη
σ’ εκείνη την αυθαίρετη παράγκα
όπου είχε αρχίσει και όπου θα τέλειωνε η ζωή.

«Μείνε εσύ εδώ, εγώ πρέπει να φύγω!» είπες και ξύπνησα.
Κι ήταν αυτές οι τελευταίες σου λέξεις
που, χρόνια τώρα, αντιλαλούν,
μπηγμένες στο μυαλό μου όταν μου λείπεις».

Δεν έμεινα ούτε εγώ!
Δεν ξαναπάτησα το πόδι μου στις πολιτείες εκείνες
που σε άρπαξαν αφήνοντας εμένα φυλακισμένο στα όνειρα.

Ölü sevgiliye
Hastayım.
Ateşimi
otuzdokuzda kesti doktorlar.
Bir kez daha
sana gelmeme
izin vermediler.
Sevenlerim
çığlık çığlığa
“Ne olur, yaşasın!”
dediler.

Ellerinden kayıp
uykuya sığınmıştım ki,
beliriverdin.
Her zamanki keyfin,
dim dik duruşun
ve şirinliğinle.
O fukara mahallesinde,
hayatın başlayıp bittiği
o gecekondudaydık.
Uzun uzun seviştik.
“Sen kal, ben gidiyorum.”
der demez uyandım.
Bunlar,
milyonlarca kez kulağımda çınlayan
son sözlerindi.

Ben de kalmadım.

Kahredip çıktım.
Seni koynumdan alıp,
toprağın bağrına sokan ellere
bir daha da ayak basmadım.

ERZURUM’UN İÇİNDE

Bu yılın üniversite kış oyunları,
Erzurum’da Mahmut’suz başladı.
Hatırlayanı oldu mu acep?
Anası sağ mıdır kim bilir?
Kardeşleri var mıdır anımsayacak?
Erzurum dendiğinde aklına Mahmut gelen,
Birileri kalmış mıdır ki?

Karın kış boyu kalkmadığı,
Soğuğun kutupları aratmadığı yıllardı
yetmişlerin sonu.
Ne Mahmut var artık, ne de o kışlar.
Okulu eşkıyaya terketmemek uğruna
Düşüp kalmıştı Erzurum’da Mahmut.

Ne kış oyunları umrumda,
ne de bir türlü yağmayan kar.
Benim aklımda otuz küsur yıldır,
Ne zaman Erzurum dense,
Sadece ama sadece Mahmut var.

Ölü sevgiliye
Hastayım.
Ateşimi
otuzdokuzda kesti doktorlar.
Bir kez daha
sana gelmeme
izin vermediler.
Sevenlerim
çığlık çığlığa
“Ne olur, yaşasın!”
dediler.

Ellerinden kayıp
uykuya sığınmıştım ki,
beliriverdin.
Her zamanki keyfin,
dim dik duruşun
ve şirinliğinle.
O fukara mahallesinde,
hayatın başlayıp bittiği
o gecekondudaydık.
Uzun uzun seviştik.
“Sen kal, ben gidiyorum.”
der demez uyandım.
Bunlar,
milyonlarca kez kulağımda çınlayan
son sözlerindi.

Ben de kalmadım.
Kahredip çıktım.
Seni koynumdan alıp,
toprağın bağrına sokan ellere
bir daha da ayak basmadım.

Μία και δεκαέξι

Με ξύπνησε η πανσέληνος.
Εκείνη λίγη κουβέντα επιθυμούσε,
πώς ν' αρνηθώ;

Αναζητούσε επίμονα παρέα στο παιχνίδι της
μονάχη προφανώς
μιας και κανένα αστέρι δεν υπήρχε
όπως και ίχνος ουρανού,
πασίδηλα.

Biri onaltı geçe

Dolunay gelip dürttü.
Muhabbet çekmiş canı,
Dinlememek elde mi?

Yalnızdı anlaşılan,
Oyun keyfi bir hayli,
Yıldızdan eser yoktu,
Gök de gitmiş, besbelli.

Tüyler gibi

Hiç biri yok artık
kayboldu yıllar hayatımdan,
yüreğimin rüzgarlarında
uçuşan tüyler gibi
varolmayan kadınları ararken.

Σαν πούπουλα
Μετάφραση: Μ. Σ.

Δεν υπάρχουν πια,
έχασα χρόνια απ' τη ζωή μου
κυνηγώντας ανύπαρκτες γυναίκες
που σαν πούπουλα στροβίλιζαν
στους ανέμους της καρδιάς μου.

Τέσσερα καρφιά κι ένας σταυρός

Από κείνη τη Μεγάλη Πέμπτη,
-την πρώτη,
θυμάσαι;
που σταύρωσες τον Έρωτα-
μένει ανέραστος ο κόσμος.

Την επομένη ήρθε η αποκαθήλωση
ύστερα ο επιτάφιος,
η τελευταία όμορφή μας πράξη.

Κατόπιν άραξα στην κόλαση.
Από τότε,
κάθε χρόνο
την ίδια εβδομάδα
προσποιούμαι την Ανάσταση.

Cahar Mıh ve bir Çapraz

Aşkı ilk kez çapraza gerdiğin
ο çarmıh Perşembesinden beri,
alem aşksızlıkta berdevam.
ertesi gün indirilir kutsal mevta
çakılıp kaldığı yerden.

Son güzelik yaşanmadan olmaz.
ilahi beden,
çiçeklerle bezenmelidir
gömülmeden.

Cehenneme inip çıkmamacasına,
her yıl dönümünde
aynı haftanın
ölür ölür dirilirim.

Haziran yağmurlarι

O sene de yağmurlarla girmişti Haziran.
Seller gelmiş, dereler taşmış, sular basmıştı
fakir fukarayı ayağa kaldırıp,
belediyeler basmış, yollar yaptırıp, asfaltlar döktürmüştük.

Memelerini ellerime aldığım ilk yazdı
tam otuz yıl on iki ay geçmiş aradan.

Bu yıl da sırılsıklam veda etti ilkbahar
ve yazın ilk günleri
gözlerime, yüreğime, ellerime
yağdı, yağdı, yağdı…

Seller geldi, dereler taştı, sular bastı
seni nasıl da çok özlediğimi anlattı
Haziran yağmurları,
tam otuz orak ayı geçmişken
göğsünden girip, sırtından çıkan
o merminin üzerinden.

Οι βροχές του Ιουνίου
Μετάφραση Μ.Σ.

Μπήκε ο Ιούνιος με βροχές εκείνη τη χρονιά
πλημμύρες, ποτάμια φουσκωμένα, νεροσυρμές,
χωριά ξεκόλλησαν απ' τις πλαγιές, βυθίστηκαν στη λάσπη,
δρόμοι, που στρώσαμε εμείς, ξέρασαν απ' την ράχη τους την άσφαλτο
στο πόδι η φτωχολογιά, ξεσηκωμένη.

Ήταν το πρώτο καλοκαίρι που οι παλάμες μου άγγιξαν το στήθος σου,
έχουν περάσει τριάντα δύο χρόνια από τότε.

Να, που κι αυτός ο χρόνος,
βρεγμένος ως το κόκκαλο αποχαιρέτισε την άνοιξη,
τις πρώτες μέρες του καλοκαιριού,
στα μάτια μου, στα χέρια, στην καρδιά μου
βροχή, βροχή, βροχή…

Πλημμύρες, ποτάμια φουσκωμένα, νεροσυρμές
ήρθαν να μου θυμίσουν
την τόση νοσταλγία μου για σένα.
Ετούτες οι βροχές του Ιουνίου,
τριάντα δύο χρόνια ολόκληρα μετά
περάσαν όλες πάνω από κείνη τη στιγμή που,
η σφαίρα
μπήκε και τρύπησε το στήθος σου
και, φονική, τό 'σκασε απ' την πλάτη

Ψαλμός στην μοναχή Κασσιανή

Να ήμουν εγώ
ο μικρός, χρυσός σταυρός
που χαίρεται τους λόφους των μαστών της,
εγώ, το ρούχο το αυστηρό που ανεμίζει
γύρω από τις κοιλάδες του κορμιού της.

Να πάσχιζε εμένα να φυλάξει
από τα μάτια και τα χέρια των αβάφτιστων
στα μακρινά ταξίδια της
σε τόπους με τζαμιά και μιναρέδες.

Να ήμουν εγώ αυτός που θα έψαυε τα χείλη της,
την ώρα που με ζέση αυτή θα ορκιζόταν
πως πέρα από Εκείνον
κανέναν δεν ελάτρεψε και δεν λατρεύει στη ζωή της.

Rahibe Kasyani mezmuru

Minik bir altın haç olaydım,
Boynunda sallanıp duraydım.
Koynuna gizleyeydi beni,
Kuytu yerlerden geçerken.

Düşman gözlerden ırak,
Göğsüne saklayaydı,
Mescit, minare arasında
Vaftizsiz diyarı gezerken.

Öpüvereydi beni,
Ant içerken her zaman,
O'ndan başka kimsede,
Gönlü yokmuş diyerek.

Γουκαλίλι

Ρούχο η αγάπη δεν φορεί,
δεν έχει χτίσει εκκλησιά
ούτε μετόχια διαφεντεύει.
Μονάχα ένα λείψανο γερό
που πάνω του κτίζει ο καθείς
ό,τι μπορεί
και του αξίζει.

Yukalili

Hazır giyim aşk olmaz.
Ne sığınmaya mabedi vardır aşkın,
ne de tekkesi
bu cihanda
herkese el verilir.
Sonrası
her ademin
ektiğini biçip, layığını bulmasıdır.

Στη Μαρία

Άγρυπνη στα όνειρα,
ανάβεις φωτιές που δροσίζουν
φορτώνεσαι το ανύπαρκτο και πας για κολύμπι στην έρημο
πίνεις τους αιώνες,
και καταλαβαίνεις
τίποτα.

Keşke
Keşke aşkta,
her şey kolay olsaydı.
Yollar düz,
gönüller şen,
eller rahat.

Μακάρι
Μετάφραση Μ. Σ.

Μακάρι πράγμα εύκολο ο έρωτας να ήταν
με δρόμους ομαλούς
χαρούμενες καρδιές
ησυχασμένα χέρια.

Yorulmuş

Umut etmekten,
Beklemekten,
Yorulmuşsun
Diye duydum.

Sevmekten,
Düşünmekten,
Aramaktan,
Özlemekten
Yorulmadım.

Κούραση
Μετάφραση Μ. Σ.

Να με κουράσουν δεν κατόρθωσαν
η αγάπη
ο στοχασμός
η αναζήτηση
η νοσταλγία

Η αναμονή με κούρασε
και η ελπίδα.

Στη Μαρία πάλι

Πέντε μέρες ολόκληρες θα λείπεις.
Βγήκες από την πόρτα,
τίποτα πια δεν με παρηγορεί.

Δύσκολα που φεύγει ο χρόνος!

Ακίνητος στον ουρανό ο ήλιος
ανούσια η ζωή
γύρω μου όλα άδεια.

Μονάχα το μυαλό μου γεμάτο από σένα
απ' το χαμόγελό σου.

Kan

Ele bir kez bulaşır
sonrasında,
gidecek yeri yoktur
elde kalır
sıfıra sıfır
elde var kan.

Tarih,
elleri yıkamak için yazılır
kutsal itliklerin türküsü,
kan, beyaza boyanırken yakılır.

Saat onbir

Saat on bir.
Yaşlı gövdem uyumak,
deli kafam beklemek istiyor
gidip rüyalarda bekleyeceğim
dönüşünü.

Έρως ακατάληκτος

Άσε...
μη μου μιλήσεις για φίλους που δε γνώρισα,
για στιγμές που δεν έζησα,
για τα άσματα που δεν τραγούδησα.
Αρκέστηκα στον ξένο για φίλο,
στις σιγανές μελωδίες,
αρκέστηκα να ζω ήρεμα τις βαριές στιγμές
να αγαπώ χωρίς καθρέφτη.

Μακριά μου

Μακριά μου ταξιδεύεις.
Μακάριοι οι συνοδοιπόροι σου
η θάλασσα, οι γλάροι, το καράβι
ο ήλιος
ακόμα και τα σύννεφα τα ατίθασα!

Benden uzak

Benden uzak denizlerdesin.
Ne kadar mutludur şimdi yol arkadaşların!
Deniz, küpeşte, martılar,
güneş
hele o afacan bulutlar!

Μοναχική αγάπη

Στις πολιτείες που μεγάλωσα,
αναζητούσαν το Θεό,
με οδηγό τον έρωτα.
Έτσι, ποτέ μου δεν κατάλαβα,
αν ήταν ο έρωτας αυτό που ονόμαζαν Θεό
η το αντίστροφο.

Τώρα όμως πια καταλαβαίνω
γιατί πολύ μου λείπει το χαμόγελό σου.

Άρνηση

Δίπλα τους ζεις
κανείς δεν σε βλέπει.
τους αγγίζεις
κανείς δεν σε νιώθει.
τους μιλάς
κανείς σ' ακούει.

Την καρδιά σου τώρα προσφέρεις
κι αυτοί αύριο θα σε σταυρώσουν,
να ξέρεις!

Σαντούρι

Σαντούρι παίζει ο έρωτας
άνεμος η καρδιά
πνοή χαρίζει στις χορδές
τα χέρια απλώς μεσολαβούν.

Bir Mayιs

Bugün Mayıs'ın biri.
Senden uzakta,
uzak meydanlarda,
hayatımın 1 Mayıs 'larını.
seni
ve yarını
düşünceğim.
Geleceğini bilerek
gülümseyeceğim.

Πρωτομαγιά
Μετάφραση Μ. Σ.

Σήμερα, Πρωτομαγιά, μακριά από σένα.
Της ζωής μου οι Πρωτομαγιές
όλες σε μακρινές πλατείες.

Εσένα μαζί με το αύριο θα σκεφτώ
χαμογελώντας
μιας και καλά ξέρω πως θα γυρίσεις.

Στην Κυρά της Άνδρου

Σου τό 'χα πει πολλές φορές, κυρά
ευτυχισμένη κάνουν μια γυναίκα
ούτε ένας ούτε δύο στη σειρά
μα άντρες δέκα.

Ένας παππούς,
ένας μπαμπάς,
ο γιος και δυο μπαρμπάδες,
ο φίλος της ο κολλητός
και κάποιος άσπονδος εχθρός,
ένας συντρέχτης γείτονας,
σύζυγος άξιος και κουβαλητής
και βέβαια ένας ωραίος εραστής.

Ως τώρα δεν γεννήθηκε γυναίκα
που μπόρεσε στο σώμα ενός άντρα
να κλείσει και τους δέκα.
Κράτα τον άντρα σου, λοιπόν, κυρά
-καλό παιδί, στα μάτια σε κοιτά-
κι εμέ να μη με βλέπεις σοβαρά
γιατί η ψυχή μου δεν βαστά
όνειρα κι έρωτες.
Καλός για φλέρτ μονάχα και για φίλος.
Όμως αν λάχει και γουστάρεις
μπορείς για εραστή να με μετράς
και στη ζεστή αγκαλιά σου να με πάρεις.

Gecede
Dün gece seni rüyamda gördüm.
Kocanla birlikteydin.
Üzgün, uyandım.
Sonra acımı kağıda döktüm,
seversin diye.

Μέσα στη νύχτα

Σε είδα στο όνειρό μου χθες τη νύχτα
να είσαι με τον άντρα σου μαζί.
Η θλίψη με ξαγρύπνησε,
σηκώθηκα, έριξα στο χαρτί τον πόνο μου
ξέροντας πως θα σου αρέσει.

Απολογισμός

Εξακολουθείς να ζεις
που πάει να πει πως
δε έζησες κανέναν έρωτά σου
ως το τέλος.

Κατεβαίνοντας στο σταθμό του πόνου
κάθε φορά
άρπαζες την επιβίωση και τό ’στριβες
φοβούμενος την ανυπαρξία.

Οι ώρες πια περνούν με μνήμες
το δάχτυλο σαν χάδι στις ουλές
δείκτης στον εφησυχασμό του τυχερού δειλού.

Τούτη την ώρα
(29 Δεκεμβρίου 2011)

Τούτη την τρυφερή ώρα
ζητάς φωτογραφίες
τη μνήμη μου σε εικόνες τυπωμένη
θέλεις να φτάσεις και ν’ αγγίξεις την αρχή
απ’ το μηδέν ως τη στιγμή που με ένιωσες
όλα όσα έζησα κι εσύ δεν είδες.

Τούτη την τρυφερή ώρα
δεν έχω πια καμιά φωτογραφία
τις έκαψα όλες τότε
έκρυψα μες στη στάχτη τους τα ίχνη μου
μήπως και πέσουν πάνω τους χέρια και μάτια αδιάκριτα
που τσαλακώνουν τις ανύποπτες εικόνες
“πού βρίσκεται άραγε αυτός;” αναρωτιούνται
ύστερα ψάχνουν σαν λαγωνικά.

Τούτη την τρυφερή ώρα
δεν έχω να σου δείξω στιγμές που έζησα, αγάπησα ή μίσησα
στιγμές που πάγωσαν σ’ ένα χαρτί στιλπνό με χάρη
έσβησα τις πατημασιές που σήμερα θα σε οδηγούσαν
πίσω, σ’ εκείνο το παρόν των τότε χρόνων,
δύσκολο, άγριο, με ζόφο ζυμωμένο παρελθόν
που αναζήτησε τη λήθη μες στις φλόγες.

Τούτη την τρυφερή ώρα
μη με κοιτάς με μάτια ορθάνοιχτα
στον κόσμο αυτό
κάποιοι άνθρωποι ζούνε χωρίς εικόνες.

Χιονίζει ο Ελικώνας

Μέσα Γενάρη
μέρα Κυριακή
χιονίζει ο Ελικώνας

στην άκρη των ματιών μου
κομμάτι του παράθυρου
το άσπρο δάσος κρεμασμένο στον ορίζοντα
σαν ρούχο

ρολάρω εφημερίδες στην οθόνη
μικρές ειδήσεις
σαν και χτες
θάνατοι
απειλές
πτωχεύσεις
πόλεμοι
εφευρέσεις
καιρός του τριημέρου.

ναι
ήταν η φωνή σου
με το όνομα εκείνο με καλούσε
που πριν τριάντα χρόνια
με δήλωνε αθώο στους ελέγχους
τότε
σε άλλα δάση
άλλα βουνά
άλλες πλατείες
μονάχα η φωνή σου η ίδια
όπως τη μέρα εκείνη
χιόνι πολύ στην Άγκυρα
σε είδα τελευταία φορά

διψούν τα μάτια μου
σε ψάχνουν από τότε
όταν σε βρίσκουν
σε πίνουν σαν νεράκι δροσερό
σαν τώρα
τούτη τη στιγμή
που πάλι σε είδα

πίσω απ’ το σύρμα την περίφραξης
με ορμή φωτός κατέβηκες
χορεύοντας
ντυμένη τις νιφάδες του χιονιού.